Στις 29.3.2009, στο blog “Ούτε ένα βήμα πίσω”, διαβάσαμε αυτό:
To χάος μέσα μου
Πριν λίγο γύρισα σπίτι. Δεν έχω πιει πάνω από τρία ποτά αλλά και πάλι νιώθω κουρασμένη. Εξαντλημένη. Τις τελευταίες μέρες κοιμάμαι ελάχιστα. Μια από εδώ μία από εκεί. Έχω να κοιμηθώ στο σπίτι μου τρεις μέρες. Και πριν από αυτό είχα να κοιμηθώ στο σπίτι μου έξι μέρες. Όλα καλά. Περνάμε καλά. Πίνουμε. Γελάμε. Παίζουμε. Πειραζόμαστε. Εγώ, ο Χ και ο Υ. Οι τρεις μας. Όλα καλά. Πέρασε ξαφνικά εκείνο το μαύρο σύννεφο. Έφυγε για μακρινά βουνά. Ή κρύφτηκε πίσω από το ξερό δεντράκι στη γωνία και περιμένει υπομονετικά να ξαναβγεί σύντομα και να σκοτεινιάσει τα πάντα. Να κρύψει τον ήλιο. Να βρέξει βροχή. Να πλημμυρίσει πάλι τον τόπο.
Συζητώ με την Ζ. Συζητώ πολύ ώρα. Μετά από κάθε φράση που τελειώνω στο διάλογο μας ψιθυρίζω αυθόρμητα στον εαυτό μου ένα «Δεν ξέρω». Τι δεν ξέρω τέλος πάντων; Τι άλλο θέλω γαμώ τη μλκια; Δεν ξέρω. Ποτέ δεν ξέρω. Ξυπνάω το πρωί και κατηφορίζω με θυμωμένο βλέμμα την Ζωοδόχου Πηγής. Γαμώ την ατυχία μου. Φαντάσου να ξυπνούσα σε μία παραλία με άρωμα αλατιού και μπροστά στα πόδια μου η φωτιά που σιγοσβήνει από το βράδυ. Τραγουδούν τα κύματα, χορεύει ο ουρανός, χειροκροτούν οι γλάροι, η άμμος τους χαμογελά. Είμαι όμως ακόμα εδώ και κατηφορίζω τη Ζωοδόχου Πηγής και σε λίγο την Αραχώβης και ύστερα τη Στουρνάρη και τσουπ δεξιά στην πύλη της σχολής. Δεν ξέρω. Δεν ξέρω τίποτα, δεν ξέρω.
Χορεύω αργότερα σε ένα άδειο μπαρ. Βγάζω και τις μπότες και χορεύω πιο γρήγορα. Στον τοίχο γράφει «Πρέπει να έχεις μέσα σου το χάος για να χορέψεις με τα αστέρια». Παραλλαγή της φράσης του Νίτσε. Αυτός ο θεότρελος περιμένει να γεννήσεις αστέρια όταν αποκτήσεις μέσα σου το χάος. Να χορέψεις με τα αστέρια ίσως είναι πιο εύκολο. Και ξυπόλυτη τα πλησιάζω κάπως πιο εύκολα. Τουλάχιστον έτσι θέλω να πιστεύω. Δένω τις μπότες στη τσάντα και βγαίνω από το μαγαζί ξυπόλυτη. Καλή φάση. Κάποτε δεν φορούσα καθόλου παπούτσια παρά μόνο τους πολύ κρύους μήνες. Καλή φάση. Καλή.
Γυρίζω σπίτι ένα μεσημέρι. Βγαίνω από το μετρό. Δεν έχω άποψη. Τρέχω με τους άλλους. Τρέχω για να βγω από εκεί. Και αυτοί τρέχουν. Τρέχουν να κρυφτούν στο σπίτι τους. Έφυγαν από κάποιο σχολείο, από κάποιο γραφείο, από κάποιο πανεπιστήμιο από κάποια τράπεζα, από κάποια υποχρέωση και τρέχουν. Τρέχουν να μπουν στο σπίτι να βγάλουν το μπουφάν και να καθίσουν έστω και εξήντα γαμημένα δευτερόλεπτα στον καναπέ. Τρέχω και εγώ. Τρέχω για να κρυφτώ από αυτούς. Από τον πολιτισμό τους. Από τα πλούτη τους. Από τον πόλεμο που κύρηξαν με τον εσωτερικό μου κόσμο, με την αντιδραστικότητα μου και με την άρνηση μου να συμβιβαστώ. Ξερό κεφάλι. Θα το σπάσω μια μέρα και το ξέρω. Αλλά θα χαμογελάω περισσότερο από ποτέ εκείνη τη μέρα.
Δεν τους κάνω τη χάρη. Κουβαλάω την τρέλα μου. Κατεβαίνω τις κυλιόμενες στο μετρό και τραγουδάω δυνατά. Μου αρέσει η ακουστική που έχει το μετρό. Σιχαίνομαι όμως την ιδεολογία του. Σιχαίνομαι το σκοτάδι που έχει. Τραγουδάω όμως. Δυνατά. Κάθε φορά που μπαίνω στο μετρό τραγουδάω και δεν ανήκω στο κοπάδι τους. Ξεκίνησε από χαζομάρα και έγινε ιδεολογία. Με κοιτούν καλά καλά. Περίεργο το θέαμα. Δεν το έχουν ξαναδεί. Δεν το έχουν συνηθίσει. Τα μάτια τους πληγώνονται όταν βλέπουν κάτι το οποίο δεν τους έχει συνηθίσει κάποιος να το βλέπουν. Λείπουν οι υποδείξεις. Κανένας δε μου υποδεικνύει τίποτα. Απλά τραγουδάω δυνατά και όταν περιμένω στη στάση του λεωφορείου πάλι τραγουδάω δυνατά και χορεύω με κοιτάνε. Με κατακρίνουν αλλά στην πραγματικότητα ζηλεύουν. Σαν το παιδάκι που θέλει να φάει καραμέλες και η μητέρα του δεν το αφήνει. Βλέπει το άλλο παιδάκι που τρώει καραμέλες και με κακία το κατηγορεί ότι είναι χαζό και ότι θα του πέσουν τα δόντια. Η μαμά παραμονεύει. Ο κομφορμισμός κρατάει το κουμπί και αν φας καραμέλες ο εκρηκτικός μηχανισμός θα σκάσει στα μούτρα σου και θα σε κάνει κιμά. Θα σε πετάξει σε κάποιο παγκάκι, σε κάποια Τοσίτσα, σε κάποιο Δαφνί. Θα σε πετάξει γυμνό μπροστά στα υποτιμητικά βλέμματα αυτών που ακούνε την μαμά τους και σαν καλά παιδάκια δεν τρώνε τις καραμέλες. Κρατήστε τα δόντια σας γερά και αφήστε με εμένα να τραγουδάω και να χορεύω και να τη βρίσκω έτσι. Αλλάζω τον κόσμο. Δεν ξέρω αν αλλάζω και τον δικό σας. Πάντως το δικό μου τον αλλάζω και νιώθω όμορφα κι ας σας φαίνομαι τρελή και αλλοπαρμένη. Άσε και τη μητέρα μου να προσπαθεί να με κάνει "άνθρωπο" εδώ και 19 χρόνια μάταια. Άσε και όσους άλλους προσπαθούν να μαζέψουν τη Ρόζα τη τρελή και να την κάνουν να συμπεριφέρεται λογικά. Άσε τους. Θα χορεύω με τα αστέρια και θα τους αγαπάω ειλικρινά.
Και βλέπω και εσένα στην τιβί. Γεμάτος χαρά που έπιασες ρεπορτάζ. Πρωί πρωί χαμογελαστός κάνεις αυτό που ξέρεις καλύτερα από όλα. Γλύφεις κώλους. Σήμερα γλύφεις τον κώλο κάποιου μπάτσου. Έπιασε εμπόρους ναρκωτικών. Συγχαρητήρια του δίνεις που έπιασε αυτά τα καθάρματα που σέρνουν τα παιδιά σας στο θάνατο. Κάποιος πρέπει σου ξεριζώσει τη γλώσσα για να σταματήσεις να λες αυτές τις αηδίες. Ο έμπορος ναρκωτικών είναι δικό σου κατασκεύασμα για τα ήδη νεκρά σου παιδιά. Τα παιδιά σου εσύ τα έσπρωξες στο θάνατο. Τα έκλεισες σε ένα μαλακισμένο κόσμο, σε ένα ηλίθιο εμπορικό κέντρο, σε μία γλοιώδη διαφήμιση, σε έναν ψεύτικο έρωτα, σε μία μόνιμη υποκρισία, σε μία υλιστική ιδεολογία, σε έναν γελοίο πολιτισμό. Μίλησες ποτέ με τα παιδιά σου; Τα ρώτησες ποτέ αν είναι ευχαριστημένα; Μύρισες ποτέ τα δάκρυα τους; Άκουσες ποτέ τα παράπονα τους; Έσκυψες ποτέ να ακούσεις τι ψιθυρίζουν ενώ κοιμούνται στο λήθαργο τους; Από τη μέρα που τα γεννάς ψάχνεις που θα τα βολέψεις. Σε κάποια νταντά, σε κάποιο νηπιαγωγείο, σε κάποιο σχολείο, σε κάποιο μπαλέτο, σε κάποιο λύκειο, σε κάποιο πιάνο, σε κάποιο πανεπιστήμιο, σε κάποια δουλειά, σε κάποιο γαμημένο όνειρο. Ρε άθλιε πήρες εσύ προσωπικά ποτέ το παιδί σου να το πας μια βόλτα στο βουνό; Να το αφήσεις να τρέξει και να λερώσει τα ρούχα του και να χτυπήσει τα γόνατα του και να κρυολογήσει και μετά να σηκώσει πυρετό; Το άφησες ποτέ; Του διάβασες ποτέ ένα καλό βιβλίο; Το πήγες ποτέ σε μία έκθεση ζωγραφικής, το κράτησες από το χέρι να του εξηγήσεις ένα ένα τα έργα τέχνης; Τους λες κάθε μέρα ότι το αγαπάς; Ή μήπως του λες κάθε μέρα ότι είναι μία ακόμα από τις υποχρεώσεις σου; Μία ακόμα αγγαρεία της καθημερινότητας σου; Μία μεταφορά με το αυτοκίνητο στο φροντιστήριο, ένα τεράστιο έξοδο και μία μόνιμη ζαλάδα για να σε υπακούει. Και τολμάς πανάθλιε άνθρωπε να λες ότι αυτός που σέρνει στο θάνατο τα παιδιά σου είναι ο έμπορος ναρκωτικών. Όχι φίλε. Αυτός είναι το καταπραϋντικό. Είναι το ηρεμιστικό της υπόθεσης. Είναι οι παραισθήσεις, η διαστρέβλωση της αισχρής πραγματικότητας σου. Είναι τα όνειρα που φοβάσαι να κάνεις γιατί σου τρυπάνε το μυαλό και περισσότερο σου ματώνουν την καρδιά. Είναι εσύ. Γιατί ο κόσμος σου είναι σκληρός για κάποιους. Ανέβασες πολύ τα κριτήρια της κοινωνίας σου. Ο κοινωνικά αποδεκτός είναι ανύπαρκτος, φτιαγμένος με μοντάζ υπολογιστών και χαρτονομίσματα. Τον έβαλες στο κέντρο και τον κυνηγάς. Και ο άλλος ο οποίος δε σου μοιάζει ας πεθάνει. Ας ψοφήσει εκεί στη στάση του λεωφορείου. Καθημερινή εικόνα το ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο κέντρο και τα λευκά τους πρόσωπα. Αδιαφορία. Ψυχοφθόρα η όψη τους αλλά γίνεται συνήθεια. Συνηθίζεις να κυκλοφορούν ανάμεσα σου σα ζόμπι. Τα μάτια τους χαμένα. Η ψυχή τους ποιος ξέρει που κρύβεται. Το συνήθισες όμως. Αλλά σε ξεγέλασαν. Ναι. Εδώ τα αφεντικά σου σε ξεγέλασαν. Σε έκαναν να γελάς με τα νεκρά παιδιά σου. Αυτά τα ζόμπι είναι δικά σου παιδιά. Εσύ τα γέννησες. Είναι τα σπλάχνα σου. Και εσύ γελάς και αδιαφορείς και κατηγορείς τον έμπορο. Αν δεν ήταν αυτός δε θα γελούσες έτσι άνετα κύριε.
Αυτά για σήμερα. Χωρίς επίλογο. Χωρίς διορθώσεις. Καλά ήταν. Βαρύ ψυχοπλάκωμα.
ΠΗΓΗ:
http://skount.blogspot.com/2009/03/blog-post_29.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου