Πριν από εικοσιπέντε ημέρες, στις 15.4.2010, στο blog “Προσοχή δαγκώνει!” του Peslac, διαβάσαμε αυτό:
Πού πας με την ντιβανοκασέλα, κυρά μου;
Σήμερα παραλίγο να με αποκεφαλίσουν δύο τσάντες στο μετρό.
Δεν κάνω πλάκα, ήταν φριχτή η εμπειρία!
Καθόμουν ήσυχα ήσυχα στη θέση μου και διάβαζα απορροφημένος το κόμικ μου, το οποίο βρισκόταν σε κρίσιμο σημείο, καθώς ένα γιγάντιο τέρας από σκουπίδια ήταν έτοιμο να καταπιεί τον Spawn. Στο Σύνταγμα, λοιπόν, το μετρό γέμισε ασφυκτικά -ως συνήθως- σε σημείο να κρέμονται Πακιστανοί από τα παράθυρα του βαγονιού, σαν αποσμητικά πευκάκια.
Εκεί, λοιπόν, που ο Spawn ετοιμαζόταν να γίνει μεζεδάκι, ξαφνικά σκοτείνιασε το σύμπαν. Μία τεράστια, μαύρη σκιά κάλυψε το κόμικ, εμένα και το κάθισμα. Έστρεψα το κεφάλι μου προς τα πάνω για να δω την αιτία της συσκότισης και πέρασε ξώφαλτσα από το κούτελό μου μία τσαντάρα στο μέγεθος της Νέας Γουινέας.
Μα το Θεό, μεγαλύτερη τσάντα δεν είχα ματαδεί στη ζωή μου, αφού για να καταφέρω να δω ποιος την κρατούσε, έπρεπε να βγάλω περισκόπιο! Η ιδιοκτήτριά της -προς έκπληξή μου- ήταν μία ξερακιανή, λεπτεπίλεπτη μαντάμ, η οποία κέρδισε επάξια τον τίτλο X-file Granny, αφού κατάφερε να κρατήσει με άνεση τον ογκόλιθο, αντί να της ξεκολλήσει το χέρι από την ωμοπλάτη! Σκέφτηκα να τη ρωτήσω αν είχε κρύψει μέσα στην τσάντα τον άντρα της, για να γλιτώσει το εισιτήριο, αλλά κρατήθηκα...
Το κακό ήταν ότι η μαντάμ έδειχνε να αδιαφορεί πλήρως για το γεγονός ότι σε κάθε ταρακούνημα του μετρό, η τσάντα της τραβούσε κουτουλίδια α λα Ζιντάν στους καθήμενους γύρω της.
Απέφυγα άλλο ένα ύπουλο ντιρέκτ της τσάντας-ντιβανοκασέλας και κοίταξα με μισό μάτι τη μαντάμ, ενώ παράλληλα φανταζόμουν το σκουπιδοτέρας που διάβαζα στο κόμικ, να τη χρησιμοποιεί για οδοντογλυφίδα... Κάνοντας πιο πίσω στο κάθισμά μου, για να καταφέρω να διαβάσω καλύτερα, μια και σκυφτός κινδύνευα να καταπλακωθώ από την τσαντάρα, ένιωσα ένα δυνατό χτύπημα στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου... Γύρισα για να δω ποιος πέρασε το κεφάλι μου για το σήμαντρο της Αγια-Σοφιάς και κόντεψα να φιληθώ με ακόμα μία μπαουλοτσάντα. Δεν είχε την έκταση της τσάντας-ντιβανοκασέλας, φυσικά, αλλά διέθετε συμπαθέστατα μέταλλα στις γωνίες, ώστε η επίθεσή της να είναι πιο αποτελεσματική!
Έτσι, με κάθε ταρακούνημα και απότομη στροφή που έκανε ο συρμός, έπρεπε να αποφεύγω ταυτόχρονα τη ντιβανοκασέλα από μπροστά, το μπαούλο από πίσω και να ταλαντώνω το κεφάλι μου ρυθμικά, ώστε να συγχρονίζομαι με την κίνησή τους. Τέτοια γιόγκα δεν θα την έκανα ούτε με όλα τα DVD της Ελένης-Πετρουλάκη-Ίβιτς... Στη δυσάρεστη περίπτωση δε, που το κεφάλι μου θα πιανόταν ανάμεσα στις δύο τσάντες, θα κατέληγα με τη φάτσα του Φλωρινιώτη μετά τις σαρανταπέντε πλαστικές.
Ευτυχώς, τρεις στάσεις αργότερα κατέβηκα σώος και με τα άλατα στον αυχένα να έχουν εξαφανιστεί, αφού έκανα πρώτα επί κοντώ για να περάσω πάνω από τη μπαουλοτσάντα που κάλυπτε τον διάδρομο με την πληθωρική παρουσία της...
Δεν μπορώ να καταλάβω το κόλλημα που έχουν οι γυναίκες με τις τσάντες, ούτε γιατί πρέπει οπωσδήποτε να κουβαλάνε μαζί τους όλη τους την προίκα όπου πάνε. Πρέπει να είναι γενετικό το θέμα -κάτι σαν το κόλλημα που έχουμε οι άντρες να συζητάμε όλη την ώρα για το στρατό! Είναι ανησυχητικό το γεγονός, πάντως, ότι τα μεγέθη των τσαντών παρουσιάζουν μία αυξητική τάση τα τελευταία χρόνια... Φοβάμαι ότι σε καμιά δεκαετία θα έχουν αναπτύξει δική τους νοημοσύνη και θα καταλάβουν τον πλανήτη καταπίνοντάς μας όλους!
ΠΗΓΗ:
http://peslac.pblogs.gr/2010/04/poy-pas-me-th-ntibanokasela-kyra-moy.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου