Πριν από πέντε ακριβώς μήνες, στις 9.5.2009, στο blog “Locus Publicus Editorium”, διαβάσαμε αυτό:
Tierra Linda
Κάποτε ήμουνα Αιτωλοακαρνάνας. Αγρινιώτης τον χειμώνα, Μεσολογγίτης το καλοκαίρι. Στο Αγρίνιο γεννήθηκα και μεγάλωσα. Εκεί πήγα σχολείο, εκεί πρωτοένοιωσα τον κόσμο. Στο Μεσολόγγι περνούσα τα καλοκαίρια μου, σε κάποιο εξοχικό της οικογένειας. Είχα εκεί τους ξεχωριστούς μου καλοκαιρινούς φίλους που έγιναν κατόπιν φίλοι ζωής. Και εκείνα τα όμορφα καλοκαίρια, λασπωνόμουνα μαζί τους στην αρμύρα της θάλασσας και τη μυρωδιά του ιωδίου.
Η ζωή σε δύο πόλεις, είναι εμπειρία ζωής. Νοιώθεις έτσι δύο τόπους, δύο διαφορετικές αισθητικές, δύο διαφορετικούς κόσμους. Το Μεσολόγγι ήταν μικρό και χαλαρό, με φρούριο, θάλασσα, τούρκικα καλντερίμια και πολλά ποδήλατα. Το Αγρίνιο ήταν πολύ μεγαλύτερο, βουνίσιο, πιό γρήγορο, χωρίς ποδήλατα, και με μεγάλη εμπορική κίνηση. Εμοιαζε πιο καινούργιο, πιο νεοελλαδίτικο.
Οι δύο πόλεις διατηρούσαν μια αντιπαλότητα, όχι πάντοτε καλοπροαίρετη. Οι Μεσολογγίτες αποκαλούσαν τους Αγρινιώνες «βλάχους» γιατί το Αγρίνιο είχε έντονη την αισθητική της αγροτικής ενδοχώρας που ξεχύνονταν στον αγορά και κοινωνία του. Και οι Αγρινιώτες ανταπέδιδαν με άλλα παρατσούκλια, οπως «ψαροκέφαλοι». Και πάει λέγοντας.
Το Μεσολόγγι υπερηφανευόταν για την Ιστορία του, αυτοποκαλούνταν Ιερά Πόλη, ενώ το Αγρίνιο σταδιακά μάλλον επιθυμούσε να μονοπωλήσει την οικονομική δραστηριότητα του νομού και να γίνει μεγάλο αστικό κέντρο. Με την πάροδο του χρόνου, διάφορες πολιτικές αντιπαλότητες ερχόταν στην επιφάνεια δημιουργώντας τριβές και επαρχιακές αντιζηλίες.
Κάποτε, έφυγα απο την πατρίδα για τη Βόρεια Ευρώπη. Λονδίνο, Αμστερνταμ. Και ένοιωσα για πρώτη φορά να ανοίγουν μπροστά μου κάποιοι άλλοι κόσμοι νοητοί, κόσμοι που δεν τους ήξερα και δεν τους είχα φανταστεί. Με καλοδέχτηκε η Ευρώπη, και εκεί, στα στενά σοκάκια της και τη βαριά αρχιτεκτονική της, ένοιωσα έντονα κάτι που ακόμα κουβαλάω μέσα μου. Μια καινούργια ταυτότητα, που υιοθέτησα οικειοθελώς και με μεγάλη μου χαρά. Εκείνη του Ευρωπαίου. Ενοιωσα σαν να ξανάβρισκα ξανά μια χαμένη οικογένεια που πάντα ήταν εκεί και με περίμενε. Και αυτή μου την ταυτότητα, σήμερα την κουβαλάω ακόμα, εντονότερα απο ποτέ, βαρύτερη και απαιτητική.
Με κάποιους καιρούς, πέρασα και τον Ατλαντικό. Στη γή της Νέας Αγγλίας, γνώρισα τον μεταφυτευμένο ευρωπαϊκό πολιτισμό της Αμερικής, που σαν κάθε γή υπόσχεσης και επαγγελίας, πολιτιστικό αποπαίδι μακρινών μητροπόλεων, είχε ήδη πάρει το δικό του ιστορικό δρόμο. Με καλοδέχτηκε όμως κι αυτή, ίσως πιότερο απο όλους τους άλλους, και με τράβηξε στα σπλάχνα της χωρίς πιστοποιητικά προγόνων και τις εκατοντάδες μικρές τυραννίες των παραδοσιακών κοινωνιών που κουβαλούν μέσα τους βαριές μυστικές τελετουργίες και πάθη ιστορικά. Ενοιωσα σύντομα πως ανήκα και εκεί, άνετα, χωρίς προκαταλήψεις και πολλά παζαρέματα. Η νέα μου ταυτότητα, εκείνη του Αμερικανού, φαινόταν σαν να περίμενε τον αποδέκτη της. Και εγώ την αποδέχτηκα απο τη στιγμή που ένοιωσα πως τον τόπο αυτό τον είχα μάθει απο τη λαϊκή του βάση, απο τα σπλάχνα της γειτονιάς, βιωματικά, και όχι εργαστηριακά μέσα απο βιβλία και εφημερίδες. Και πως τον νοιάζομαι κι αυτόν, σαν τόπο δικό μου, με τους ξεχωριστούς μου φίλους, εμπειρίες, αγάπες, δόξες και αποτυχίες.
Κάπου εκεί θαρρώ, έγινα και Ελληνας. Με πλήρη συνείδηση του τί κουβαλάω μέσα μου, πέρα απο τις μικρές τοπικές καταγωγές μου. Είδα την Ιστορία του Ελληνισμού της οικουμενικότητας, τη διασπορά που μας θέριεψε και μας κράτησε μακριά απο την Ελλάδα για αιώνες. Και μέσα απο την αγγλοσαξωνική βιβλιογραφία (το ομολογώ), διάβασα για πρώτη μου φορά την Ιστορία της Αρχαίας Ελλάδας, του Βυζαντίου, της Τουρκοκρατίας και των μεταγενέστερων χρόνων. Τότε ένοιωσα πως αποκτούσα συνειδητά και την ταυτότητα του Ελληνα, που έκτοτε επιθυμώ πολύ να την διατηρώ. Μαζί με την μεγάλη μου αγάπη. Τη γλώσσα μας. Και εκεί, στο χώρο της διασποράς, γνωρίστηκα και με άλλους ελληνες, που είμαι σίγουρος πως κάποτε στην Ελλάδα θα ήταν και αυτοί μόνον Αθηναίοι, Πατρινοί, Καβαλιώτες, ή Κρητικοί. Ο καλύτερός μου φίλος ήταν και παραμένει ένας καθαρόαιμος Μεσολογγίτης. Στα όσα χρόνια τον γνωρίζω, στη στατιστική ανάμνηση των πολλαπλών μας συζητήσεων, δεν θυμάμαι καμμία αντιπαλότητα. Δεν με αποκάλεσε ποτέ βλάχο, ούτε κι εγώ διανοήθηκα ποτε να τον αποκαλέσω ψαροκέφαλο. Η συμπεριφορά μας προσαρμόστηκε γύρω απο την συνειδητοποίηση της νέας μας ταυτότητας.
Με τον καιρό, άρχισα να ταξιδεύω ανα τον κόσμο. Ημουν αρκετά φιλόδοξος, περίεργος και ενεργητικός. Και σε ένα απο τα ταξίδια μου, γνώρισα μια συγκλονιστική γυναίκα απο τη Λατινική Αμερική. Και κάποτε, μετακόμισα μαζί της σε μια καινούργια πατρίδα. Ηταν έκπληξη η ξαφνική απόφαση, αλλά εξίσου αυθόρμητη και αξιοσημείωτη. Στο Καράκας της Βενεζουέλας, σκέφτηκα κάποτε να χτίσω ένα σπίτι. Και αφού ένοιωσα αρκετά κοντά τους ντόπιους, που περιέργως δεν μου φάνηκαν καθόλου «διαφορετικοί», όπως λένε μερικοί, απέκτησα και μια καινούργια ταυτότητα. Εγινα και Λατινοαμερικανός! Με νέα γλώσσα, μουσική, λογοτεχνία, καί όλα τα συναφή. Μια ταυτότητα που κι αυτή, την κουβαλάω μέσα μου σε ισχυρό βαθμό. Προικιό και λάφυρο της εμπειρίας. Ναι, είναι απολύτως νορμάλ να ζεί κανείς ακόμα και στη Βενεζουέλα. Εχει άλλωστε και τη μεγαλύτερη ελληνορθόδοξη εκκλησία της Νότιας Αμερικής.
Τις σκέψεις αυτές απηύθηνα μια μέρα σε κάποια φίλη Ανθρωπολόγο, που έχει και το παρατσούκλι «η Σουηδέζα». Και αυτό γιατί έχει μεγαλώσει στη Σουηδία απο μητέρα Σουηδέζα και πατέρα Ελληνα. Ενα κράμα πολιτισμών. Η αγαπητή μου φίλη λοιπόν, αφού έζησε για κάμποσα χρόνια σε κάτι περίεργα μέρη ανα τον κόσμο (Σουδάν, Ινδία, Μεξικό), καταννοώντας το πρόβλημά μου βαθιά, μου έστειλε με email και τη διδακτορική της διατριβή απο το University of Manchester. Η οποία έχει ως θέμα της την έννοια των Πολλαπλών Ταυτοτήτων (Multiple Identities), με βασική της θέση και επιχειρηματολογία πως οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να διατηρούν πολλαπλές κοινωνικές και προσωπικές ταυτότητες, και να προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους ανάλογα με το περιβάλλον που βρίσκονται. Η «Σουηδέζα» είχε για δύο χρόνια καταγράψει τη συμπεριφορά μιας κοινότητας ελλήνων που μετανάστευε μαζικά στην Αμερική τον χειμώνα (αφήνοντας το νησί πανέρημο), αλλά επιστρέφοντας πάλι μαζικά στο νησί, κάθε καλοκαίρι. Ολοι οι κάτοικοι του νησιού, είχαν τρείς ξεχωριστές, και έντονα διαχωρισμένες ταυτότητες. Την τοπική του νησιώτη, του Αμερικανού, και του Ελληνα. Και οι πολλαπλές αυτές ταυτότητες συνυπήρχαν έξοχα και χωρίς κανένα απολύτως πρόβλημα.
Το οποίον σημαίνει πως συνεχίζω να είμαι Αγρινιώτης, έστω και σε λανθάνουσα κατάσταση. Και παραμένω βέβαια και βέρος Μεσολογγίτης με αδυναμία στα χέλια και τις τελετουργικές ουζοποσίες. Και σίγουρα Ελληνας. Και Λατινοαμερικανός. Και βέβαια Αμερικανός. Απολύτως δε, και Ευρωπαίος...
ΠΗΓΗ:
http://locus-editorium.blogspot.com/2009/05/tierra-linda.html
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου